Stories & Reflections
Î ÏÎ¿Ï„Î¿Ï Ï†Ïγουν όλες αυτÎÏ‚ οι σημειώσεις από το γÏαφείο μου και ακολουθήσουν το πεπÏωμÎνο που τους Ï€ÏοόÏιζα, είχα σκεφτεί να τις μετατÏÎψω σε κανονικό βιβλίο, με θÎμα μια Ï€Ïαγματική ιστοÏία δημοσιευμÎνη κατόπιν εξαντλητικής ÎÏευνας.ΆÏχισα να διαβάζω μια σειÏά από βιογÏαφίες, που ίσως με βοηθοÏσαν να γÏάψω το βιβλίο, και κατάλαβα κάτι: η γνώμη του συγγÏαφÎα για τον κεντÏικό ήÏωα επηÏεάζει τελικά το αποτÎλεσμα των εÏευνών. Καθώς Ï€Ïόθεσή μου δεν ήταν να πω τη γνώμη μου, αλλά ναδείξω πώς είδαν την ιστοÏία της «Î¼Î¬Î³Î¹ÏƒÏƒÎ±Ï‚ του ΠοÏτομπÎλο» οι Ï€ÏωταγωνιστÎÏ‚ της, εγκατÎλειψα τελικά την ιδÎα του βιβλίου· θεώÏησα καλÏτεÏο να μεταφÎÏω απλώς αυτά που μου είχαν αφηγηθεί.
ΧίÏον Ράιαν, 44 ετών, δημοσιογÏάφος
ΚΑÎΕΙΣ ΔΕΠΑÎΑΒΕΙ ΤΟ ΛΥΧÎΑΡΙ για να το κÏÏψει πίσω από την πόÏτα: ο σκοπός του φωτός είναι να φÎÏει πεÏισσότεÏο φως γÏÏω του, να ανοίξει μάτια, να αποκαλÏψει τα θαÏματα που υπάÏχουν γÏÏω μας.
Κανείς δε θυσιάζει το σημαντικότεÏο Ï€Ïάγμα που Îχει:
την αγάπη.
Κανείς δεν εναποθÎτει τα όνειÏά του στα χÎÏια εκείνων που μποÏεί να τον καταστÏÎψουν.
Εκτός από την Αθηνά.
Î Î¿Î»Ï ÎºÎ±Î¹ÏÏŒ μετά το θάνατό της, η παλιά δασκάλα της μου ζήτησε να τη συνοδεÏσω μÎχÏι την πόλη Î ÏÎστον Πανς, στη Σκοτία. Εκεί, βάσει ενός φεουδαÏÏ‡Î¹ÎºÎ¿Ï Î½ÏŒÎ¼Î¿Ï… που καταÏγήθηκε μÎσα σε Îνα μήνα, η πόλη απÎνειμε επίσημη χάÏη σε 81 ανθÏώπους και στις γάτες τους, που είχαν εκτελεστεί για εξάσκηση μαγείας το 16ο και το 17ο αιώνα.
ΣÏμφωνα με τον επίσημο εκπÏόσωπο των Συμβουλίων μαÏόνων του Î ÏÎστουνγκÏαντζ και του Îτόλφινστουν, «Î¿Î¹ πεÏισσότεÏοι καταδικάστηκαν χωÏίς καμία χειÏοπιαστή απόδειξη, παÏά μόνο βάσει μαÏÏ„ÏÏων κατηγοÏίας οι οποίοι δήλωναν ότι είχαν διαισθανθεί την παÏουσία κακοποιών πνευμάτων».
Δεν αξίζει τον κόπο να αναφεÏθοÏμε ξανά στις υπεÏβολÎÏ‚ της ΙεÏάς ΕξÎτασης, με τις αίθουσες βασανιστηÏίων και τις εκτελÎσεις στην πυÏά του μίσους και της εκδίκησης. Στο δÏόμο, όμως, η Έντα επανÎλαβε πολλÎÏ‚ φοÏÎÏ‚ ότι υπήÏχε κάτι στην όλη υπόθεση που της φαινόταν απαÏάδεκτο: η πόλη και ο 14ος βαÏόνος του Î ÏÎστουνγκÏαντζ και του Îτόλφινστοουν «Î±Ï€Îνειμαν χάÏη» σε ανθÏώπους που είχαν εκτελεστεί στυγνά.
«ÎˆÏ‡Î¿Ï…με μπει για τα καλά στον 21ο αιώνα και οι απόγονοι των Ï€Ïαγματικών εγκληματιών, εκείνων που σκότωναν αθώους, θεωÏοÏν ακόμα ότι τους ανήκει το δικαίωμα να “συγχωÏοÏν”. ΞÎÏεις εσÏ, ΧίÏον».
ΉξεÏα. Ένα καινοÏÏιο κυνήγι μαγισσών Îχει αÏχίσει να κεÏδίζει Îδαφος. Αυτή τη φοÏά το όπλο δεν είναι πλÎον το πυÏωμÎνο σίδεÏο, αλλά η ειÏωνεία ή η καταπίεση. Όλοι όσοι ανακαλÏψουν κατά Ï„Ïχη κάποιο χάÏισμα που διαθÎτουν και τολμήσουν να μιλήσουν γι’ αυτό αντιμετωπίζονται με δυσπιστία. Ο άντÏας τους, η γυναίκα τους, το παιδί τους, δεν Îχει σημασία ποιος, αντί να νιώθουν πεÏήφανοι, τους απαγοÏεÏουν να αναφÎÏουν καν το θÎμα, από φόβο μην εκτεθεί η οικογÎνειά τους στο χλευασμό των άλλων.
Î Ïιν γνωÏίσω την Αθηνά, πίστευα ότι όλα αυτά δεν ήταν παÏά Îνας δόλιος Ï„Ïόπος εκμετάλλευσης του ανθÏώπινου πόνου. Το ταξίδι μου στην ΤÏανσιλβανία για το ντοκιμαντÎÏ ÏƒÏ‡ÎµÏ„Î¹ÎºÎ¬ με τους βÏικόλακες ήταν επίσης Îνας Ï„Ïόπος να δείξω πόσο εÏκολο είναι να εξαπατήσεις τον κόσμο· κάποιες δεισιδαιμονίες παÏαμÎνουν στο μυαλό των ανθÏώπων, όσο παÏάλογες κι αν φαίνονται, και τελικά τις εκμεταλλεÏονται οι ασυνείδητοι.
Όταν επισκÎφτηκα το κάστÏο του ΔÏάκουλα, που είχε ανακαινιστεί μόνο και μόνο για να δώσει στους τουÏίστες την αίσθηση ότι βÏίσκονταν σε κάποιο ιδιαίτεÏο μÎÏος, ήÏθε να με βÏει Îνα κυβεÏνητικό στÎλεχος· υπαινίχθηκε ότι, όταν το ντοκιμαντÎÏ Î¸Î± Ï€Ïοβαλλόταν από το BBC, εγώ θα λάμβανα Îνα αÏκετά «Î¾ÎµÏ‡Ï‰Ïιστό» (όπως μου είπε) δώÏο. Όπως υποστήÏιξε, θα συνÎβαλλα στη διάδοση της σημασίας του μÏθου, συνεπώς μου άξιζε ν’ ανταμειφθώ πλουσιοπάÏοχα.
Ένας από τους ξεναγοÏÏ‚ είπε ότι ο αÏιθμός των επισκεπτών αυξανόταν κάθε χÏόνο και ότι οποιαδήποτε αναφοÏά στην πεÏιοχή θα λειτουÏγοÏσε θετικά, ακόμα κι αν διαβεβαίωνε τους τηλεθεατÎÏ‚ ότι το κάστÏο ήταν ψεÏτικο, ότι ο Βλαντ ÎÏ„Ïάκουλα ήταν ιστοÏική Ï€Ïοσωπικότητα που δεν είχε καμία σχÎση με το μÏθο και ότι όλα αυτά δεν ήταν τίποτα πεÏισσότεÏο από το παÏαλήÏημα ενός ΙÏÎ»Î±Î½Î´Î¿Ï ÏƒÏ…Î³Î³ÏαφÎα (Σ.Ï„.Σ.: ΜπÏαμ ΣτόκεÏ) που δεν είχε πάει ποτΠεκεί.
Εκείνη ακÏιβώς τη στιγμή κατάλαβα ότι, όσο ακÏιβής κι αν ήμουν ως Ï€Ïος τα γεγονότα, θα υποστήÏιζα άθελά μου το ψÎμα· ακόμα κι αν η κεντÏική ιδÎα του σεναÏίου μου ήταν ακÏιβώς να απομυθοποιήσω την πεÏιοχή, το κοινό πιστεÏει τελικά ÏŒ,τι θÎλει. Ο ξεναγός είχε δίκιο, στην ουσία θα συνÎβαλλα στην Ï€Ïοπαγάνδα. ΕγκατÎλειψα αμÎσως τα σχÎδιά μου, παÏόλο που είχα επενδÏσει μεγάλο χÏηματικό ποσό στο ταξίδι και στην ÎÏευνα.
Όμως η μετάβασή μου στην ΤÏανσιλβανία τελικά θα επηÏÎαζε τη ζωή μου σε μεγάλο βαθμό: γνώÏισα την Αθηνά, την πεÏίοδο που Îψαχνε να βÏει τη μητÎÏα της. Το πεπÏωμÎνο, το μυστηÏιώδες, αμείλικτο πεπÏωμÎνο, μας ÎφεÏε τον Îναν απÎναντι στον άλλο, στο ασήμαντο φουαγιΠενός ακόμα πιο ασήμαντου ξενοδοχείου. Ήμουν μάÏÏ„Ï…Ïας της Ï€Ïώτης συζήτησής της με την ÎτίντÏε – ή Έντα, όπως Ï€Ïοτιμά να τη λÎνε. ΠαÏακολοÏθησα, σαν να ήμουν παÏατηÏητής του ÎµÎ±Ï…Ï„Î¿Ï Î¼Î¿Ï…, τον άδοξο αγώνα που Îδωσε η καÏδιά μου για να μη με σαγηνεÏσει μια γυναίκα που δεν ανήκε στον κόσμο μου. ΧειÏοκÏότησα όταν η λογική Îχασε τη μάχη και η μόνη εναλλακτική λÏση που μου απÎμεινε ήταν να παÏαδοθώ, να παÏαδεχτώ ότι ήμουν εÏωτευμÎνος.
Κι αυτός ο ÎÏωτας με οδήγησε να δω τελετÎÏ‚ που ποτΠδεν είχα φανταστεί ότι υπήÏχαν, δÏο φοÏÎÏ‚ υλοποίηση με τη δÏναμη του πνεÏματος, καταστάσεις Îκστασης. Πίστευα ότι με είχε τυφλώσει η αγάπη, γι’ αυτό και αμφισβητοÏσα τα πάντα· η αμφισβήτηση, αντί να με παÏαλÏσει, με ÎσπÏωξε σε ωκεανοÏÏ‚ που δεν μποÏοÏσα να παÏαδεχτώ ότι υπήÏχαν. Αυτή η δÏναμη, στις πιο δÏσκολες στιγμÎÏ‚, με Îκανε ικανό να αντιμετωπίσω την κυνικότητα άλλων συναδÎλφων δημοσιογÏάφων και να γÏάψω για την Αθηνά και τη δουλειά της. Κι Î±Ï†Î¿Ï Î· αγάπη παÏαμÎνει ζωντανή, Îστω κι αν η Αθηνά Îχει πια πεθάνει, συνεχίζει να υπάÏχει και η δÏναμη, αλλά παϒ όλα αυτά η μόνη μου επιθυμία είναι να ξεχάσω όλα όσα είδα και Îμαθα. Μόνο κÏατώντας την Αθηνά από το χÎÏι θα μποÏοÏσα να πεÏιπλανηθώ σε αυτό τον κόσμο.
Σε αυτόν είναι οι δικοί της κήποι, τα δικά της ποτάμια, τα δικά της βουνά. ΤώÏα που Îφυγε, Îχω ανάγκη να ξαναγίνουν γÏήγοÏα όλα όπως Ï€Ïιν· θα επικεντÏωθώ στα Ï€Ïοβλήματα που Ï€Ïοκαλεί η κίνηση στους δÏόμους, στην εξωτεÏική πολιτική της Μεγάλης Î’Ïετανίας, στον Ï„Ïόπο με τον οποίο διαχειÏίζονται τους φόÏους μας. ΘÎλω να πιστÎψω ξανά ότι ο κόσμος της μαγείας είναι μονάχα Îνα καλοστημÎνο κόλπο. Ότι οι άνθÏωποι είναι Ï€Ïοληπτικοί. Ότι όσα δεν μποÏεί να εξηγήσει η επιστήμη δεν Îχουν δικαίωμα ÏπαÏξης.
Όταν οι συγκεντÏώσεις στην Oδό ΠοÏτομπÎλο άÏχισαν να βγαίνουν εκτός ελÎγχου, Îγιναν αμÎÏ„Ïητες συζητήσεις για τη συμπεÏιφοÏά της, παÏόλο που σήμεÏα χαίÏομαι που δε με άκουσε ποτÎ. Αν μας παÏηγοÏεί κάτι όταν ζοÏμε την Ï„Ïαγωδία Ï„Î¿Ï Î½Î± χάνουμε κάποιον που αγαπάμε πολÏ, αν υπάÏχει κάτι, είναι η ελπίδα, πάντα απαÏαίτητη, ότι ίσως Îτσι είναι καλÏτεÏα.
Ξυπνάω και κοιμάμαι μ’ αυτή την πεποίθηση: καλÏτεÏα που Îφυγε η Αθηνά Ï€ÏÎ¿Ï„Î¿Ï Î²Ïεθεί στην κόλαση αυτής της γης. ΠοτΠδε θα κατάφεÏνε να ξαναβÏεί την πνευματική της γαλήνη μετά τα γεγονότα που της Îδωσαν το χαÏακτηÏισμό «Î· μάγισσα του ΠοÏτομπÎλο». Η υπόλοιπη ζωή της θα ήταν μια πικÏή σÏγκÏουση των Ï€Ïοσωπικών της ονείÏων με τη συλλογική Ï€Ïαγματικότητα. ΓνωÏίζοντας το χαÏακτήÏα της, πιστεÏω πως θα πάλευε μÎχÏι Ï„Îλους, θα σπαταλοÏσε την ενÎÏγεια και τη χαÏά της Ï€Ïοσπαθώντας να αποδείξει κάτι που κανείς, κανείς απολÏτως, δε θα ήταν διατεθειμÎνος να πιστÎψει.
Ποιος ξÎÏει, ίσως να επιζήτησε το θάνατο όπως ο ναυαγός επιζητά κάποιο νησί. Μάλλον Îμεινε πολλÎÏ‚ φοÏÎÏ‚ ξημÎÏωμα σε σταθμοÏÏ‚ του μετÏÏŒ, πεÏιμÎνοντας να της επιτεθοÏν ληστÎÏ‚ που δεν ÎÏχονταν ποτÎ. ΠεÏπάτησε στις πιο επικίνδυνες γειτονιÎÏ‚ του Λονδίνου ψάχνοντας Îνα δολοφόνο που δε φανεÏωνόταν. Î Ïοκάλεσε την οÏγή των δυνατών, που δεν μπόÏεσαν να δείξουν το θυμό τους.
ÎœÎχÏι που κατάφεÏε να τη δολοφονήσουν βίαια. Aλλά, στο κάτω κάτω, πόσοι από εμάς καταφÎÏνουμε να μη δοÏμε Ï€Ïάγματα σημαντικά για τη ζωή μας να χάνονται από τη μια στιγμή στην άλλη; Δεν αναφÎÏομαι εδώ μόνο σε ανθÏώπους, αλλά και στα ιδανικά μας και στα όνειÏά μας: ίσως αντισταθοÏμε μία μÎÏα, μία εβδομάδα, μεÏικά χÏόνια, αλλά είμαστε καταδικασμÎνοι να χάσουμε. Το σώμα μας παÏαμÎνει ζωντανό, όμως η ψυχή μας, αÏγά ή γÏήγοÏα, θα δεχτεί το τελειωτικό χτÏπημα. Το Ï„Îλειο Îγκλημα, γιατί δεν ξÎÏουμε ποιος δολοφόνησε τη χαÏά μας, ποια είναι τα κίνητÏα και Ï€Î¿Ï Î²Ïίσκονται οι Îνοχοι.
Κι αυτοί οι Îνοχοι, που δε λÎνε τα ονόματά τους, Îχουν άÏαγε επίγνωση των Ï€Ïάξεών τους; Îομίζω πως όχι, γιατί είναι κι οι ίδιοι θÏματα της Ï€Ïαγματικότητας που δημιοÏÏγησαν, όσο καταθλιπτικοί, υπεÏόπτες, ανίκανοι και ισχυÏοί κι αν είναι.
Δεν καταλαβαίνουν και δε θα καταλάβαιναν ποτΠτον κόσμο της Αθηνάς. Ευτυχώς που τον λÎω Îτσι: ο κόσμος της Αθηνάς. ΔÎχομαι τελικά ότι Ï€ÎÏασα από αυτόν, χαÏιστικά, όπως κάποιος που βÏίσκεται σε Îνα όμοÏφο παλάτι δοκιμάζοντας τα καλÏτεÏα φαγητά Îχοντας επίγνωση ότι όλα αυτά είναι μονάχα μια γιοÏτή, ότι το παλάτι δεν είναι δικό του, ότι το φαγητό δεν αγοÏάστηκε με τα δικά του χÏήματα και ότι κάποια στιγμή τα φώτα θα σβήσουν, οι οικοδεσπότες θα πάνε για Ïπνο, οι υπηÏÎτες θα γυÏίσουν στα δωμάτιά τους, η πόÏτα θα κλείσει κι αυτός θα βÏεθεί ξανά στο δÏόμο, ψάχνοντας για ταξί ή πεÏιμÎνοντας το λεωφοÏείο, επιστÏÎφοντας στην καθημεÏινή μετÏιότητά του. ΕπιστÏÎφω. Ή μάλλον Îνα κομμάτι μου επιστÏÎφει σ’ αυτό τον κόσμο όπου μόνο αυτό που βλÎπουμε, αγγίζουμε και μποÏοÏμε να εξηγήσουμε Îχει σημασία. ΘÎλω πάλι Ï€Ïόστιμα για υπεÏβολική ταχÏτητα, κόσμο να συζητάει μπÏοστά στα ταμεία της Ï„Ïάπεζας, αιώνια παÏάπονα για τον καιÏÏŒ, ταινίες Ï„Ïόμου και αγώνες της ΦόÏμουλα 1. Αυτός είναι ο κόσμος που Ï€ÏÎπει να συνηθίσω για την υπόλοιπη ζωή μου. Θα παντÏευτώ, θα κάνω παιδιά και το παÏελθόν θα γίνει μακÏινή ανάμνηση που τελικά θα με κάνει να αναÏωτιÎμαι όλη τη μÎÏα: Γιατί τυφλώθηκα Îτσι, πώς μπόÏεσα να φανώ τόσο αφελής;
ΞÎÏω επίσης ότι, τις νÏχτες, Îνα άλλο κομμάτι του ÎµÎ±Ï…Ï„Î¿Ï Î¼Î¿Ï… θα μείνει να πεÏιπλανιÎται στο κενό, σε επαφή με Ï€Ïάγματα εξίσου αληθινά όσο το πακÎτο με τα τσιγάÏα και το ποτήÏι με το τζιν που Îχω μπÏοστά μου. Η ψυχή μου θα χοÏεÏει με την ψυχή της Αθηνάς, θα βÏίσκομαι μαζί της όσο κοιμάμαι, θα ξυπνάω ιδÏωμÎνος, θα πηγαίνω στην κουζίνα να πιω Îνα ποτήÏι νεÏÏŒ, θα καταλαβαίνω ότι, για να πολεμήσω τα φαντάσματα, θα Ï€ÏÎπει να χÏησιμοποιώ Ï€Ïάγματα που δεν είναι μÎÏος της Ï€Ïαγματικότητας. Τότε, ακολουθώντας τη συμβουλή της γιαγιάς μου, θα βάζω Îνα ψαλίδι ανοιχτό στο κομοδίνο δίπλα στο Ï€Ïοσκεφάλι μου κι Îτσι θα κόβω τη συνÎχεια του ονείÏου.
Την επόμενη μÎÏα θα κοιτάζω το ψαλίδι μετανιωμÎνος. Όμως Ï€ÏÎπει να Ï€ÏοσαÏμοστώ ξανά σ’ αυτό τον κόσμο, αλλιώς θα Ï„Ïελαθώ.
Το επόμενο κεφάλαιο θα δημοσιευτεί στο διαδίκτυο στις 12.03.07
Αγαπητοί αναγνώστες, επειδή δε μιλώ τη γλώσσα σας, ζήτησα από τον Έλληνα εκδότη μου να μου μεταφÎÏει τα σχόλιά σας μεταφÏασμÎνα. Οι σκÎψεις σας για το καινοÏÏιο μου βιβλίο είναι εξαιÏετικά σημαντικÎÏ‚ για μÎνα.
Με αγάπη,
Paulo Coelho