Stories & Reflections
Î Î±Ï„Î®Ï Î¤Î¶Î¹Î±Î½ÎºÎ¬Ïλο Φοντάνα, 72 ετών
ΣΑΦΩΣ ΚΑΙ EÎΙΩΣΑ μεγάλη Îκπληξη όταν ήÏθε στην εκκλησία εκείνο το υπεÏβολικά νεαÏÏŒ ζευγάÏι για να κανονίσουμε τα της τελετής. Λίγο γνώÏιζα τον ΛοÏκας ΓιÎσεν-ΠίτεÏσεν, και την ίδια κιόλας μÎÏα Îμαθα ότι η οικογÎνειά του, που είχε μια απÏοσδιόÏιστη καταγωγή από ΔανοÏÏ‚ ευγενείς, ήταν κάθετα αντίθετη με την Îνωση. Όχι μόνο με το γάμο, αλλά και με την Εκκλησία.
Ο πατÎÏας του, στηÏιζόμενος σε επιστημονικά επιχειÏήματα που είναι Ï€Ïάγματι αδιαμφισβήτητα, Îλεγε ότι η βίβλος, στην οποία βασίζεται η χÏιστιανική θÏησκεία, δεν ήταν στην Ï€Ïαγματικότητα Îνα βιβλίο, αλλά συÏÏαφή εξήντα Îξι διαφοÏετικών χειÏογÏάφων που δε γνωÏίζουμε οÏτε τον Ï€Ïαγματικό τους τίτλο οÏτε την ταυτότητα των συγγÏαφÎων τους. Ότι Î¼ÎµÏ„Î±Î¾Ï Ï„Î·Ï‚ συγγÏαφής του Ï€Ïώτου και του τελευταίου μεσολαβοÏν σχεδόν χίλια χÏόνια, πεÏισσότεÏος χÏόνος από τότε που ο Κολόμβος ανακάλυψε την ΑμεÏική, και ότι κανÎνα ζωντανό ον στον πλανήτη, από τους πιθήκους μÎχÏι τα πουλιά, δε χÏειάζεται δÎκα εντολÎÏ‚ για να ξÎÏει να συμπεÏιφεÏθεί. Το μόνο που Îχει σημασία είναι να ακολουθοÏν τους νόμους της φÏσης και η αÏμονία του κόσμου θα διατηÏηθεί.
Φυσικά και διαβάζω τη Βίβλο. Φυσικά και ξÎÏω κάποια Ï€Ïάγματα για την ιστοÏία της. Όμως οι άνθÏωποι που την ÎγÏαψαν ήταν ÏŒÏγανα της Θείας ΒοÏλησης και ο ΙησοÏÏ‚ δημιοÏÏγησε δεσμοÏÏ‚ πιο ισχυÏοÏÏ‚ από τις δÎκα εντολÎÏ‚: την αγάπη. Τα πουλιά, οι πίθηκοι και δεν ξÎÏω κι εγώ ποιο άλλο πλάσμα του Î˜ÎµÎ¿Ï Ï…Ï€Î±ÎºÎ¿Ïν στα Îνστικτά τους και κάνουν μόνο αυτό για το οποίο Îχουν Ï€ÏογÏαμματιστεί. Στην πεÏίπτωση του ανθÏώπου τα Ï€Ïάγματα πεÏιπλÎκονται κάπως, επειδή ο άνθÏωπος ξÎÏει για την αγάπη και τις παγίδες της.
ΟÏίστε. Κάνω πάλι κήÏυγμα, ενώ θα ÎÏ€Ïεπε να μιλάω για τη συνάντησή μου με την Αθηνά και τον ΛοÏκας. Aπό τη συζήτηση με τον νεαÏÏŒ -και λÎω «ÏƒÏ…ζήτηση» επειδή δεν ανήκουμε στο ίδιο θÏησκευτικό δόγμα κι Îτσι δεν είμαι υποχÏεωμÎνος να εκλάβω αυτά που μου είπε ως μυστικά εξομολόγησης- Îμαθα ότι, εκτός από τον αντικληÏικισμό που επικÏατοÏσε στο σπίτι του, υπήÏχαν Îντονες αντιÏÏήσεις εξαιτίας του ότι η Αθηνά ήταν ξÎνη. Μου ήÏθε να του πω να αναφÎÏει στους δικοÏÏ‚ του Îνα απόσπασμα από τη Βίβλο στο οποίο δεν υπάÏχει καμία διακήÏυξη πίστης, αλλά μια παÏότÏυνση για κοινή λογική:
ΔÎν θÎλεις βδελÏττεσθαι τόν Iδουμαίον, διότι είναι αδελφός σου- δÎν θÎλεις βδελÏττεσθαι τόν AιγÏπτιον, διότι εστάθης ξÎνος εν Ï„É Î³Î· αυτοÏ.*
Συγνώμη. Πάλι άÏχισα να παÏαθÎτω αποσπάσματα της βίβλου- υπόσχομαι ότι στο εξής θα συγκÏατηθώ. Μετά τη συζήτηση με τον νεαÏÏŒ Ï€ÎÏασα τουλάχιστον δÏο ÏŽÏες με τη ΣεÏίνε, ή Αθηνά, όπως Ï€ÏοτιμοÏσε να τη λÎνε.
Η Αθηνά πάντα μου κινοÏσε την πεÏιÎÏγεια. Από τότε που είχε αÏχίσει να εκκλησιάζεται, είχα την εντÏπωση ότι είχε Îνα Ï€Î¿Î»Ï Î¾ÎµÎºÎ¬Î¸Î±Ïο σχÎδιο στο μυαλό της: να γίνει αγία.
Μου είπε ότι, παÏόλο που ο φίλος της δεν το γνώÏιζε, λίγο Ï€Ïιν ξεσπάσει ο εμφÏλιος στη ΒηÏÏ…Ï„ÏŒ είχε μια εμπειÏία που Îμοιαζε Ï€Î¿Î»Ï Î¼Îµ την εμπειÏία της Αγίας ΤεÏÎζας του ΛιζιÎ: είχε δει αίμα στους δÏόμους.* Θα μποÏοÏσαμε να το αποδώσουμε σε παιδικό ή εφηβικό Ï„ÏαÏμα, όμως είναι γεγονός ότι όλοι οι άνθÏωποι, λίγο πολÏ, Îχουν εμπειÏίες παÏόμοιες με αυτή, που είναι γνωστή ως «Î´Î·Î¼Î¹Î¿Ï…Ïγική κατάληψη από το ιεÏÏŒ». Ξαφνικά, για Îνα κλάσμα του δευτεÏολÎπτου, νιώθουμε ότι όλη μας η ζωή Îχει νόημα, ότι οι αμαÏτίες μας Îχουν συγχωÏεθεί, ότι η αγάπη υπεÏισχÏει πάντα και ότι μποÏεί να μας μεταμοÏφώσει οÏιστικά.
Όμως ταυτόχÏονα νιώθουμε και φόβο. Το να παÏαδοθοÏμε εντελώς στην αγάπη, είτε είναι θεϊκή είτε ανθÏώπινη, σημαίνει να απαÏνηθοÏμε τα πάντα, μαζί και την ίδια μας την άνεση ή την ικανότητά μας να παίÏνουμε αποφάσεις.
Σημαίνει να αγαπάμε με την πιο ουσιαστική Îννοια της λÎξης. Στην Ï€Ïαγματικότητα, δε θÎλουμε να σωθοÏμε με τον Ï„Ïόπο που Îχει επιλÎξει ο Θεός να μας σώσει: θÎλουμε να Îχουμε τον απόλυτο Îλεγχο του κάθε βήματός μας, να Îχουμε πλήÏη επίγνωση των αποφάσεών μας, να είμαστε σε θÎση να επιλÎξουμε σε τι ή σε ποιον θα αφοσιωθοÏμε.
Με την αγάπη όμως δε γίνεται Îτσι- ÎÏχεται, Ïιζώνει και αÏχίζει να Îχει τον Îλεγχο των πάντων. Μόνο οι Ï€Î¿Î»Ï Î´Ï…Î½Î±Ï„ÎÏ‚ ψυχÎÏ‚ την αφήνουν να τις οδηγήσει, κι η Αθηνά ήταν δυνατή ψυχή.
Τόσο δυνατή, που πεÏνοÏσε ÏŽÏες ολόκληÏες σε βαθιά πεÏισυλλογή. Ήταν Ï€Î¿Î»Ï Ï€ÏοικισμÎνη μουσικός. Έλεγαν ότι χόÏευε Ï€Î¿Î»Ï ÎºÎ±Î»Î¬, αλλά επειδή η εκκλησία δεν είναι το κατάλληλο μÎÏος για κάτι Ï„Îτοιο, συνήθιζε να φÎÏνει την κιθάÏα της κάθε Ï€Ïωί, Ï€Ïιν πάει στο πανεπιστήμιο, και να Ï„Ïαγουδάει λίγο για την Παναγία.
Ακόμα θυμάμαι την Ï€Ïώτη φοÏά που την άκουσα. Είχα τελειώσει την Ï€Ïωινή λειτουÏγία για τους λίγους πιστοÏÏ‚ που είναι Ï€Ïόθυμοι να ξυπνήσουν νωÏίς το χειμώνα, όταν θυμήθηκα ότι είχα ξεχάσει να πάÏω τα χÏήματα από το παγκάÏι. ΓÏÏισα και άκουσα μια μελωδία που με Îκανε να τα δω όλα με άλλο μάτι, λες και στην ατμόσφαιÏα γÏÏω μας υπήÏχε η παÏουσία κάποιου αγγÎλου. Σε μια γωνιά μια κοπÎλα πεÏίπου είκοσι χÏονών Îπαιζε Ïμνους με την κιθάÏα της, με τα μάτια καÏφωμÎνα στην εικόνα της Αμώμου Συλλήψεως, σαν να είχε Ï€Îσει σε Îκσταση.
Πήγα στο παγκάÏι. Η κοπÎλα Ï€Ïόσεξε την παÏουσία μου και σταμάτησε να παίζει, αλλά εγώ της Îνευσα με το κεφάλι παÏακινώντας τη να συνεχίσει. â„ΎστεÏα, κάθισα σε Îνα στασίδι, Îκλεισα τα μάτια κι Îμεινα να την ακοÏω.
Εκείνη τη στιγμή ήταν σαν να κατÎβαινε από τους ουÏανοÏÏ‚ η αίσθηση του ΠαÏαδείσου, η «Î´Î·Î¼Î¹Î¿Ï…Ïγική κατάληψη από το ιεÏÏŒ». Σαν να καταλάβαινε τι γινόταν στην καÏδιά μου, η κοπÎλα συνδÏασε τους Ïμνους με τη σιωπή. Όταν σταματοÏσε να παίζει, εγώ Îλεγα μια Ï€Ïοσευχή. Μετά η μουσική ξανάÏχιζε. Κατάλαβα ότι ζοÏσα μια αξÎχαστη στιγμή στη ζωή μου, μία από αυτÎÏ‚ τις μαγικÎÏ‚ στιγμÎÏ‚ που πολλÎÏ‚ φοÏÎÏ‚ τις καταλαβαίνουμε Î±Ï†Î¿Ï Îχουν πια πεÏάσει.
Ήμουν ολοκληÏωτικά εκεί, χωÏίς παÏελθόν και μÎλλον, ζοÏσα αποκλειστικά σε εκείνο το Ï€Ïωινό, με εκείνη τη μουσική, με εκείνη τη γλÏκα, με την ανÎλπιστη Ï€Ïοσευχή. Ένιωσα λατÏεία, Îκσταση, ευγνωμοσÏνη που ήμουν ζωντανός, χαÏοÏμενος που είχα επιλÎξει να ακολουθήσω την κλίση μου παÏά τις αντιÏÏήσεις της οικογÎνειάς μου. Στην απλότητα του μικÏÎ¿Ï Î½Î±Î¿Ï, στη φωνή της κοπÎλας, στο φως του Ï€ÏÏ‰Î¹Î½Î¿Ï Ï€Î¿Ï… πλημμÏÏιζε τα πάντα, κατάλαβα για μία ακόμα φοÏά ότι το μεγαλείο του Î˜ÎµÎ¿Ï ÎµÎºÎ´Î·Î»ÏŽÎ½ÎµÏ„Î±Î¹ πάντα μÎσα από τα απλά Ï€Ïάγματα.
Μετά από πολλά δάκÏυα και Îνα διάστημα που μου φάνηκε αιωνιότητα, σταμάτησε να παίζει. ΣτÏάφηκα να τη δω και ανακάλυψα ότι ήταν μία από τις γυναίκες της ενοÏίας.
Από τότε γίναμε φίλοι και, όποτε μποÏοÏσαμε, μοιÏαζόμασταν αυτή τη λατÏεία μÎσω της μουσικής.
Όμως η ιδÎα του γάμου με εξÎπληξε εντελώς. Καθώς είχαμε κάποια οικειότητα, τη Ïώτησα πώς πεÏίμενε να τη δεχτεί η οικογÎνεια του συζÏγου.
«Î†ÏƒÏ‡Î·Î¼Î±. Î Î¿Î»Ï Î¬ÏƒÏ‡Î·Î¼Î±».
Με πολλή Ï€Ïοσοχή, τη Ïώτησα αν Îνιωθε αναγκασμÎνη να παντÏευτεί για κάποιο λόγο.
«Î•Î¯Î¼Î±Î¹ παÏθÎνα. Δεν είμαι Îγκυος».
Ζήτησα να μάθω αν είχε μιλήσει με την οικογÎνειά της και μου είπε πως ναι- η αντίδÏασή τους ήταν Îκπληξη, συνοδευόμενη από τα δάκÏυα της μητÎÏας της και τις απειλÎÏ‚ του πατÎÏα της.
«ÎŒÏ„αν ÎÏχομαι εδώ να υμνήσω την ΠαÏθÎνο με τη μουσική μου, δε σκÎφτομαι τι θα πουν οι άλλοι- μοιÏάζομαι απλώς τα συναισθήματά μου μαζί της. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα Îτσι ήμουν. Είμαι Îνα ÏŒÏγανο μÎσω του οποίου μποÏεί να εκδηλωθεί η Θεϊκή ΕνÎÏγεια. Κι αυτή η ενÎÏγεια μου ζητά Ï„ÏŽÏα να κάνω παιδί, για να μποÏÎσω να του δώσω αυτό που ποτΠδεν Îδωσε σ’ εμÎνα η φυσική μου μητÎÏα: Ï€Ïοστασία και σιγουÏιά».
Τίποτα δεν είναι σίγουÏο σ’ αυτό τον πλανήτη, της απάντησα. Είχε ακόμα όλη τη ζωή μπÏοστά της, υπήÏχε αÏκετός καιÏός για να εκδηλωθεί αυτό το θαÏμα της δημιουÏγίας. Όμως η Αθηνά ήταν αποφασισμÎνη:
«Î— Αγία ΤεÏÎζα δεν επαναστάτησε ενάντια στην αÏÏώστια που τη βÏήκε. Το αντίθετο, τη θεώÏησε σημάδι της Θείας Δόξας. Η Αγία ΤεÏÎζα ήταν Ï€Î¿Î»Ï Ï€Î¹Î¿ μικÏή από εμÎνα όταν αποφάσισε να μπει στο μοναστήÏι, δεκαπÎντε χÏονών. Της το απαγόÏευσαν, αλλά εκείνη δεν το Îβαλε κάτω: πήγε να μιλήσει απευθείας με τον Πάπα – το φαντάζεστε; Îα μιλήσει με τον Πάπα; Και κατάφεÏε να πετÏχει το σκοπό της.
»Î— ίδια Δόξα Î¼Î¿Ï Î¶Î·Ï„Î¬ κάτι Ï€Î¿Î»Ï Ï€Î¹Î¿ εÏκολο και πιο γενναιόδωÏο από μια αÏÏώστια: να γίνω μητÎÏα. Αν πεÏιμÎνω πολÏ, δε θα μποÏÎσω να κάνω παÏÎα με το παιδί μου, η διαφοÏά της ηλικίας θα είναι μεγάλη και δε θα Îχουμε πια κοινά ενδιαφÎÏοντα».
Δε θα ήταν η μόνη, επÎμεινα.
Aλλά η Αθηνά συνÎχισε, σαν να μη με είχε ακοÏσει:
«Î•Î¯Î¼Î±Î¹ ευτυχισμÎνη μόνο όταν σκÎφτομαι πως ο Θεός υπάÏχει και με ακοÏει- αυτό όμως δε μου αÏκεί για να συνεχίσω να ζω και τίποτα δε μοιάζει να Îχει νόημα. Î Ïοσπαθώ να δείξω μια χαÏά την οποία δε νιώθω, κÏÏβω τη λÏπη μου για να μην ανησυχήσω αυτοÏÏ‚ που τόσο με αγαποÏν και με νοιάζονται.
Î Ïόσφατα όμως σκÎφτηκα να αυτοκτονήσω. Το βÏάδυ, Ï€Ïιν κοιμηθώ, κουβεντιάζω για ÏŽÏα με τον εαυτό μου, ζητώντας απ’ την ιδÎα αυτή να χαθεί- θα ήταν αχαÏιστία Ï€Ïος όλους, φυγή, μια κίνηση που θα ÎσπεÏνε Ï„Ïαγωδία και δυστυχία. Το Ï€Ïωί ÎÏχομαι εδώ να μιλήσω με την αγία, να την παÏακαλÎσω να με λυτÏώσει από τους δαίμονες με τους οποίους συζητάω το βÏάδυ. Αυτό με Îχει βοηθήσει ως Ï„ÏŽÏα, αλλά αÏχίζω να χάνω τη δÏναμή μου. ΞÎÏω ότι Îχω μια αποστολή που την αÏνοÏμαι εδώ και Ï€Î¿Î»Ï ÎºÎ±Î¹ÏÏŒ και που Ï„ÏŽÏα Ï€ÏÎπει να την αποδεχτώ.
»Î‘υτή η αποστολή είναι να γίνω μητÎÏα. Î ÏÎπει να την εκπληÏώσω, γιατί αλλιώς θα Ï„Ïελαθώ. Αν δεν καταφÎÏω να δω τη ζωή να μεγαλώνει μÎσα μου, δε θα μποÏÎσω ποτΠπια να αποδεχτώ τη ζωή που βÏίσκεται Îξω».
* ΔευτεÏονόμιον, κεφάλαιο κγ, στίχος 7. (Σ.Ï„.Îœ.)
* Η Αγία ΤεÏÎζα του ΛιζιΠσε ηλικία δεκατÏιών ετών, βλÎποντας μια εικόνα του ΕσταυÏωμÎνου, εντυπωσιάστηκε από το αίμα που κυλοÏσε από το χÎÏι του Î™Î·ÏƒÎ¿Ï ÎºÎ±Î¹ άκουσε μÎσα της την κÏαυγή του: «Î”ιψώ». ΕÏμήνευσε την κÏαυγή ως «Î´Î¹ÏˆÏŽ για ψυχÎÏ‚» και τις σταγόνες του αίματος ως σÏμβολο των αμαÏτωλών ψυχών που χάνονται. Αποφάσισε Îτσι να αφιεÏωθεί στη σωτηÏία τους. (Σ.Ï„.Îœ.)
Το επόμενο κεφάλαιο θα δημοσιευτεί στο διαδίκτυο στις 02.04.07
Αγαπητοί αναγνώστες, επειδή δε μιλώ τη γλώσσα σας, ζήτησα από τον Έλληνα εκδότη μου να μου μεταφÎÏει τα σχόλιά σας μεταφÏασμÎνα. Οι σκÎψεις σας για το καινοÏÏιο μου βιβλίο είναι εξαιÏετικά σημαντικÎÏ‚ για μÎνα.
Με αγάπη,
Paulo Coelho